σαββατιανό

σαββατιανό
το савватьяно (один из сортов винограда)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "σαββατιανό" в других словарях:

  • σαββατιανός — ή, ό, Ν 1. σαββατιάτικος 2. (το ουδ. ώς ουσ.) το σαββατιανό είδος λευκού σταφυλιού που ευδοκιμεί στην Αττική, αλλ. ασπρούδι 3. παροιμ. α) «σαββατιανό κατάπιασμα, πομπή τής εβδομάδας» η δουλειά που αρχίζει κανείς την τελευταία στιγμή δεν γίνεται… …   Dictionary of Greek

  • αμπέλι — Η λέξη σημαίνει κυρίως την έκταση γης όπου καλλιεργείται το φυτό άμπελος η οινοφόρος,το κλήμα, αλλά και το ίδιο το φυτό ή και τις συστάδες του. Το α. ανήκει στην οικογένεια των αμπελιδών (δικοτυλήδονα, τάξη ραμνωδών) και προέρχεται, όπως φαίνεται …   Dictionary of Greek

  • ασπρούδι — το ποικιλία σταφυλιού, το σαββατιανό …   Dictionary of Greek

  • σταφύλι — Ο καρπός του αμπελιού. Είναι σύνθετος βότρυς (τσαμπί) που οι ρόγες του είναι, ανάλογα με το είδος του αμπελιού, διαφόρων μεγεθών. Κάθε ρώγα περιβάλλεται από το υμένιο (πέτσα) και συνήθως έχει, στο κέντρο, μικρό κουκούτσι ή και κουκούτσια. Το… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»